Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

Αναδασώνουμε την Πεντέλη με τον σωστό τρόπο;

Αναδασώνουμε με τον σωστό τρόπο;

ΚΟΙΝΩΝΙΑ - ΠΕΝΤΕΛΗ
Πέμπτη, 16 Δεκεμβρίου 2010 17:19

Η Διεύθυνση Αναδασώσεων αναλύει στην εφημερίδα μας τον σωστό τρόπο φύτευσης καμένων περιοχών, αλλά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η προσπάθεια στο Πεντελικό Όρος και στην υπόλοιπη Αττική.

Η προγραμματισμένη για την Κυριακή αναδάσωση στον Κοκκιναρά Πεντέλης, η οποία πραγματοποιείται από τον ΣΠΑΠ (Σύνδεσμος Προστασίας & Ανάπλασης Πεντελικού), σε συνεργασία με τον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ, μας έδωσε αφορμή να κάνουμε μια πρώτη διερεύνηση στο θέμα των αναδασώσεων του πολύπαθου βουνού.

Στην τελευταία μεγάλη αναδάσωση του Κοκκιναρά, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 14 Μαρτίου του 2010, εκπρόσωποι των Οικολόγων Πρασίνων τοποθετούσαν καρτελάκια δίπλα στα πευκάκια της φυσικής αναδάσωσης -κάποια από τα οποία είχαν πέσει θύματα των σκαφτικών μηχανημάτων που είχαν διανοίξει τους λάκκους- διαμαρτυρόμενοι για το γεγονός ότι αυτή δεν προστατεύεται.

Το πρώτο ερώτημα λοιπόν που έθεσε η ΑΜΑΡΥΣΙΑ στους υπηρεσιακούς παράγοντες της Διεύθυνσης Αναδασώσεων αφορούσε τα περιθώρια της φυσικής αναγέννησης στο Πεντελικό. Η άποψή τους είναι ότι τα περιθώρια αυτά εκλείπουν, καθώς οι περισσότερες αναδασωτέες περιοχές στο βουνό έχουν καεί δύο και τρεις φορές.

«Στην Αττική, όπου φύεται κυρίως η χαλέπιος πεύκη, όταν έχουμε φωτιά στην ίδια περιοχή, πριν μεσολαβήσει διάστημα 15-20 χρόνων, τα περιθώρια της φυσικής αναγέννησης ελαχιστοποιούνται», σημείωναν χαρακτηριστικά. Αναγκαστικά, λοιπόν, οδηγούμεθα στην τεχνητή φύτευση.

Γίνεται αυτή, όμως, με τον ενδεδειγμένο τρόπο; «Η φύτευση δεν πρέπει να γίνεται με βιασύνη, στη λογική να πρασινίσουν οι καμένες εκτάσεις εδώ και τώρα, γιατί αυτό εγκυμονεί κινδύνους», σημειώνει, μιλώντας στην εφημερίδα μας, η δασοπόνος Βάσω Νάκου. Η ίδια επισημαίνει ότι είναι πολύ σημαντικό η Διεύθυνση Αναδασώσεων να εποπτεύει τη διαδικασία των αναδασώσεων και, μετά από αυτές, όταν φεύγουν οι εθελοντές, να διορθώνει λάθη, παραλείψεις, να καταγράφει τα ποσοστά επιτυχίας των αναδασώσεων και τα σημεία που υπάρχει ανάγκη συμπληρωματικής φύτευσης.

Από τη Διεύθυνση Αναδασώσεων απαντούν ότι προσπαθούν να είναι παρόντες σε όλες τις αναδασώσεις, σημειώνοντας ότι αυτό δεν είναι πάντα εφικτό, δεδομένου ότι απαιτείται τεράστιο έργο στο Πεντελικό, στον Υμηττό και την Πάρνηθα, στο οποίο η Υπηρεσία δεν μπορεί να ανταπεξέλθει. Ιδιαίτερα όταν σήμερα απασχολεί μόλις 29 άτομα, μαζί με τους εργάτες που δουλεύουν στο φυτώριο. Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, αυτό που μας ανέφεραν, ότι οι προβλεπόμενες από τις μελέτες τους αναδασώσεις στον Κοκκιναρά θα είχαν ήδη ολοκληρωθεί, αν είχε προκριθεί η δημοπράτηση του έργου από τη Διεύθυνση Αναδασώσεων. Η έλλειψη προσωπικού όμως, η γραφειοκρατία -από τη δημοπράτηση μέχρι την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται συνήθως διάστημα δύο μηνών- και ως ένα βαθμό η έλλειψη πόρων, αποτελούν, όπως λένε, σημαντικό τροχοπέδη στο έργο τους.

Ειδικά στο Πεντελικό, όμως, οι αναδασώσεις «σκοντάφτουν» και σε ένα άλλο ανυπέρβλητο εμπόδιο, τις διεκδικήσεις διαφόρων οικοδομικών συνεταιρισμών επί εκτάσεων του βουνού. Πολλές φορές, οι άνθρωποι της Διεύθυνσης έχουν βρεθεί, όπως μας δήλωσαν, αντιμέτωποι με οργισμένες διαμαρτυρίες, αλλά και εκσακφείς, που μπήκαν να «ξηλώσουν» τα φυτεμένα δεντράκια.

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις η πολιτική της Διεύθυνσης, όπως μας αναφέρθηκε, είναι να υλοποιούνται οι αναδασώσεις, με το σκεπτικό ότι η φύτευση δεν συνιστά διακατοχική πράξη. Προφανώς όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ειδικά στην περίπτωση του Κοκκιναρά, για παράδειγμα, έχει αναφερθεί συγκεκριμένη έκταση που εξαιρέθηκε των δενδροφυτεύσεων τις οποίες υλοποιεί ο ΣΠΑΠ, λόγω των εγειρόμενων θεμάτων ιδιοκτησίας.

Διόλου αμελητέα είναι επίσης και η ζημία που κάνει στις αναδασωμένες εκτάσεις η παράνομη βόσκηση. Πολλές είναι οι μαρτυρίες που έχουν φτάσει στην «Α» για γίδια που μασουλάνε ανενόχλητα τις φούντες των φρεσκοφυτεμένων πεύκων.

Ένα πράγμα σίγουρα δεν μπορεί να αμφισβητηθεί σε σχέση με τις μεγάλες δεντροφυτεύσεις που γίνονται στο Πεντελικό, με πρωτοβουλία του ΣΠΑΠ, και αυτό είναι το γνήσιο πάθος των εθελοντών που συμμετέχουν μαζικά σ΄ αυτές. Ίσως μάλιστα -υπό άλλες συνθήκες- η συμβολή τους να ήταν ακόμα πιο αποτελεσματική.


Ρεπορτάζ: Κατερίνα Καρύγιαννη